Κολπικός Πτερυγισμός

Ο κολπικός πτερυγισμός είναι μία ταχυκαρδία που συνήθως παρουσιάζεται σε άτομα με καρδιακή νόσο ή προηγούμενο καρδιακό χειρουργείο, αν και είναι δυνατό να εμφανισθεί σπανιότερα και σε άτομα χωρίς ιστορικό καρδιακών παθήσεων. Στη διάρκεια του κολπικού πτερυγισμού τα ηλεκτρικά ερεθίσματα δεν προέρχονται από το φυσιολογικό βηματοδότη της καρδιάς (φλεβόκομβο), αλλά από ένα ηλεκτρικό κύκλωμα το οποίο εντοπίζεται στο δεξιό κόλπο με αποτέλεσμα την ιδιαίτερα ταχεία συστολή των κόλπων (περίπου 300 συστολές / λεπτό). Στη συνέχεια τα ερεθίσματα αυτά μεταφέρονται στον κολποκοιλιακό κόμβο (γέφυρα που συνδέει τους κόλπους με τις κοιλίες), ο οποίος καθορίζει τον αριθμό των ερεθισμάτων που διέρχονται προς τις κοιλίες. Στην περίπτωση του κολπικού πτερυγισμού, συνήθως κάθε δεύτερο ερέθισμα διέρχεται από τους κόλπους προς τις κοιλίες, με αποτέλεσμα την ταχεία συστολή των κοιλιών (ταχυκαρδία), σε συχνότητα περίπου 150 σφύξεις ανά λεπτό.

Η διάγνωση του κολπικού πτερυγισμού μπορεί να τεθεί με το ηλεκτροκαρδιογράφημα. Η συγκεκριμένη ταχυαρρυθμία παρουσιάζει χαρακτηριστικά ηλεκτροκαρδιογραφικά ευρήματα με εμφάνιση κυμάτων στις κατώτερες απαγωγές που μοιάζουν με δόντια πριονιού («πριονωτά κύματα F»).

Σε περίπτωση που η αρρυθμία παρουσιάζεται διαλειπόντως, η διάγνωση μπορεί να τεθεί με μακροχρόνια παρακολούθηση του καρδιακού ρυθμού με τη βοήθεια Holter.

atrial-flutter image

Ένας ασθενής με κολπικό πτερυγισμό μπορεί να παρουσιάσει κάποιο από τα ακόλουθα συμπτώματα

  • αίσθημα παλμών (φτερούγισμα)
  • πόνο στο στήθος
  • δύσπνοια
  • ζάλη
  • εύκολη κόπωση
  • απώλεια συνείδησης

Οι ασθενείς με κολπικό πτερυγισμό διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό. Συγκεκριμένα, σε ασθενείς με κολπικό πτερυγισμό, η ροή του αίματος στους κόλπους είναι βραδεία, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος σχηματισμού θρόμβων. Οι θρόμβοι αυτοί ενδέχεται να αποσπασθούν από τους κόλπους και να ενσφηνωθούν σε κάποιο περιφερικό αγγείο προκαλώντας ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο ή κάποια συστηματική εμβολή.

Επιπλέον, η παρατεταμένη (διάστημα εβδομάδων-μηνών) συστολή της καρδιάς σε υψηλές συχνότητες λόγω του κολπικού πτερυγισμού είναι δυνατό να εξασθενήσει την ικανότητά της να εξωθεί αίμα (συστολική δυσλειτουργία) και έτσι να προκληθεί η εμφάνιση μυοκαρδιοπάθειας (ταχυμυοπάθειας) και καρδιακής ανεπάρκειας.

Η πρόκληση εγκεφαλικών επεισοδίων και ταχυμυοπάθειας είναι οι κύριες επιπλοκές του κολπικού πτερυγισμού και προκειμένου να αποφευχθούν παρόμοια περιστατικά οι ασθενείς πρέπει να λαμβάνουν φάρμακα τα οποία προλαμβάνουν το σχηματισμό θρόμβων (αντιπηκτική αγωγή - βλέπε παρακάτω) καθώς και φάρμακα τα οποία επιβραδύνουν την καρδιακή συχνότητα.

Α. Αντιπηκτική αγωγή
Όπως προαναφέρθηκε, ο κολπικός πτερυγισμός σχετίζεται με αυξημένο θρομβοεμβολικό κίνδυνο. Προκειμένου να προληφθεί η εμφάνιση θρομβοεμβολικών επεισοδίων, οι ασθενείς με κολπικό πτερυγισμό πρέπει να λαμβάνουν φάρμακα που ελαττώνουν την πήξη του αίματος (αντιπηκτικά φάρμακα). Όλοι οι ασθενείς με κολπικό πτερυγισμό δε διατρέχουν τον ίδιο θρομβοεμβολικό κίνδυνο. Ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος σε ασθενείς με κάποιον από τους ακόλουθους παράγοντες κινδύνου: μεγάλη ηλικία (> 65 έτη), καρδιακή ανεπάρκεια, αρτηριακή υπέρταση, διαβήτης, προηγούμενο εγκεφαλικό επεισόδιο, παλαιό έμφραγμα μυοκαρδίου, περιφερική αρτηριοπάθεια. Όσοι περισσότεροι από τους προαναφερθέντες παράγοντες κινδύνου συνυπάρχουν, τόσο μεγαλύτερος είναι ο θρομβοεμβολικός κίνδυνος του ασθενή. Γενικά, ασθενείς με έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου θα πρέπει να λαμβάνουν θεραπεία με αντιπηκτικά φάρμακα.

Β. Αποφυγή υψηλών καρδιακών συχνοτήτων επί κολπικού πτερυγισμού
Στη διάρκεια του κολπικού πτερυγισμού, η καρδιά χτυπά σε υψηλή συχνότητα (συνήθως 150 σφύξεις ανά λεπτό). Η υψηλή αυτή καρδιακή συχνότητα συνήθως έχει δυσμενείς επιπτώσεις, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε εμφάνιση καρδιακής ανεπάρκειας, αλλά μπορεί επίσης να ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη συμπτωματολογία των ασθενών. Προκειμένου να επιβραδυνθεί η καρδιακή συχνότητα, απαιτείται θεραπεία με φάρμακα, που επιβραδύνουν την αγωγή των ερεθισμάτων από τους κόλπους (άνω κοιλότητες) προς τις κοιλίες (κάτω κοιλότητες) διαμέσου του κολποκοιλιακού κόμβου.

Γ. Ανάταξη σε φλεβοκομβικό ρυθμό

Ανάταξη του κολπικού πτερυγισμού σε φλεβοκομβικό ρυθμό μπορεί να γίνει με τους ακόλουθους τρόπους:

(A) με ηλεκτρική ανάταξη. Ο κύριος περιορισμός της ηλεκτρικής ανάταξης είναι ότι η πλειοψηφία των ασθενών θα εμφανίσουν υποτροπή της αρρυθμίας (νέο επεισόδιο) κάποια στιγμή στο μέλλον.

(Β) με ταχεία βηματοδότηση στους κόλπους. Η μέθοδος αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί μόνο σε ασθενείς με βηματοδοτικό ηλεκτρόδιο στους κόλπους.

(Γ) με χορήγηση αντιαρρυθμικών φαρμάκων.Τα αντιαρρυθμικά φάρμακα μπορεί να επιτύχουν τόσο την ανάταξη της αρρυθμίας στο φυσιολογικό φλεφοκομβικό ρυθμό, όσο και την πρόληψη εμφάνισης νέων επεισοδίων αρρυθμίας στο μέλλον. Περιορισμοί της θεραπείας με αντιαρρυθμικά φάρμακα είναι η μειωμένη αποτελεσματικότητα στην πρόληψη υποτροπών της αρρυθμίας καθώς και η ανάγκη δια βίου θεραπείας με αντιαρρυθμικά φάρμακα.

(Δ) κατάλυση κολπικού πτερυγισμού. Η κατάλυση κολπικού πτερυγισμού επιτυγχάνει τόσο τον τερματισμό της ταχυαρρυθμίας σε φυσιολογικό φλεβοκομβικό ρυθμό όσο και την πρόληψη νέων επεισοδίων με πολύ υψηλή αποτελεσματικότητα.

1. Ποιοι ασθενείς με κολπικό πτερυγισμό είναι κατάλληλοι υποψήφιοι για ανάταξη σε φλεβοκομβικό ρυθμό;

Ανάταξη του κολπικού πτερυγισμού σε φλεβοκομβικό ρυθμό μπορεί να επιχειρηθεί στις ακόλουθες υποομάδες ασθενών με κολπικό πτερυγισμό:

  • Ασθενεί που έχουν υποβληθεί σε επαρκή αντιπηκτική αγωγή (διαδοχικές εβδομαδιαίες τιμές INR μεταξύ 2.0 και 3.0) για διάστημα τουλάχιστον 4 εβδομάδων
  • Ασθενείς με σαφή έναρξη της αρρυθμίας εντός 48 ωρών
  • Ασθενείς στους οποίους το διοισοφάγειο υπερηχογράφημα δεν έδειξε παρουσία θρόμβων

2. Μετά από επέμβαση κατάλυσης κολπικού πτερυγισμού είναι δυνατή η διακοπή των αντιπηκτικών φαρμάκων;

Mετά από επιτυχή κατάλυση του κολπικού πτερυγισμού, οι ασθενείς λαμβάνουν αντιπηκτικά φάρμακα για 4 εβδομάδες. Μετά την παρέλευση αυτού του διαστήματος, είναι δυνατή η διακοπή των αντιπηκτικών φαρμάκων.